διανοίξει

διανοίξει
διάνοιξις
opening
fem nom/voc/acc dual (attic epic)
διανοίξεϊ , διάνοιξις
opening
fem dat sg (epic)
διάνοιξις
opening
fem dat sg (attic ionic)
διανοίγω
lay open
aor subj act 3rd sg (epic)
διανοίγω
lay open
fut ind mid 2nd sg
διανοίγω
lay open
fut ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Κόρινθος — Πόλη (υψόμ. 10 μ., 29.787 κάτ.) και πρωτεύουσα του νομού Κορινθίας. Βρίσκεται στον μυχό του Κορινθιακού κόλπου, στην εθνική οδό Αθηνών Πατρών, σε απόσταση 84 χλμ. από την Αθήνα. Αποτελεί έδρα του δήμου Κορινθίων. Ιδρύθηκε το 1858, όταν… …   Dictionary of Greek

  • Ουγγαρία — Κράτος της κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει Β με τη Σλοβακία, ΒΑ με την Ουκρανία, Α με τη Ρουμανία, Ν με τη Σερβία Μαυροβούνιο, την Κροατία και τη Σλοβενία και Δ με την Αυστρία.Τα σύνορα τους O. καθορίστηκαν με τη συνθήκη του Τριανόν (1920), μετά τον …   Dictionary of Greek

  • Σερρών, νομός — Διοικητική διαίρεση της Ανατολικής Μακεδονίας, της οποίας καλύπτει το δυτικό τμήμα. Συνορεύει στα Β ελάχιστα με τη Γιουγκοσλαβία και κυρίως με τη Βουλγαρία, στα Α με το νομό Δράμας, στα ΝΑ και στα Ν με το νομό Καβάλας και βρέχεται σε μικρή έκταση …   Dictionary of Greek

  • Στρυμόνας — Ποταμός που πηγάζει από τη Βουλγαρία (όπου ονομάζεται Στρούμα) και χύνεται στο Αιγαίο, στον Στρυμονικό (ή Ορφανού) κόλπο. Έχει συνολικό μήκος 360 χλμ. (από τα οποία 242 στο βουλγαρικό έδαφος και 118 στο ελληνικό) και λεκάνη απορροής 16.550 τ. χλμ …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”